8/7/10

Η ΝΕΟΛΑΙΑ ΜΑΣ ΚΑΙ ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΠΟΥ ΛΕΓΕΤΑΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΑΓΑΠΗ

(Του αείμν. Καθηγ. του Παν/μίου Αθηνών Α.Ν. Τσιριντάνη)

Παρουσίαση από Αλεξ. Χ. Φράγκο

Και τώρα λίγα λόγια για το όνειρο που λέγεται χριστιανική αγάπη.

Η αγάπη έχει, πριν από δυο χιλιάδες κι όλας χρόνια ανακηρυχθεί από τον ίδιο τον Θεάνθρωπο, όπως και από τον «πρώτον μετά τον Ένα», τον Απόστολο Παύλο, ως η μεγαλύτερη από τις εντολές. Και δυο χιλιάδες χρόνια τώρα κατάντησε και αποτελεί μία χίμαιρα! Και δεν είναι αυτό το χειρότερο. το χειρότερο είναι άλλο, ότι με κάποιο ιδιαίτερο τρόπο ασκήθηκε πάνω στις συνειδήσεις ένα είδος εκβιασμού, που μας υποχρεώνει να θεωρούμε ότι αυτή η χίμαιρα είναι κι όλας πραγματικότητα. Το να κάνωμε επί τέλους όνειρα, δεν είναι κακό. ο άνθρωπος έχει ανάγκη και από ονειροπολήσεις. Το να θεωρούμε όμως τα όνειρα ως πραγματικότητα, αυτό είναι το κακό. Γιατί εκείνοι που θα πιστέψουν και θα θεωρήσουν το όνειρο ως πραγματικότητα, θα πιστέψουν δηλαδή στην απάτη και θα οικοδομήσουν πάνω σ΄αυτή, - και θα είναι, βέβαια, οι εκλεκτότεροι άνθρωποι - αυτοί πλέον γίνονται θύματα, γιατί βλέπουν κατόπιν ότι και όμως το όνειρο είναι όνειρο και όχι πραγματικότητα. Απογοητεύονται τότε και με την απογοήτευση αυτή το όνειρο όλο και περισσότερο απομακρύνεται από την πραγματικότητα.

Πρέπει λοιπόν να αναγνωρίσωμε, ότι η χριστιανική αγάπη, αυτή τη στιγμή, είναι ακόμη μόνο όνειρο. Σαν πραγματικότητα κοινωνική, απλούστατα, δεν υπάρχει. Και δεν υπάρχει, γιατί δεν έρχεται αυτόματα. Είναι καρπός προσπάθειας, που όμως κανείς δεν την έχει αναλάβει. Η εντολή της αγάπης καλύφθηκε από χίλια άλλα πράγματα. Και πρέπει να γίνει τώρα αληθινή μάχη, ολοκληρωτική μάχη, για να προχωρήσωμε από την αγάπη ως όνειρο, προς την αγάπη ως πραγματικότητα. Και αυτό θα το κάνει, όχι πια ο άνθρωπος που φοβάται τον νόμο, αλλά ο άνθρωπος μέσα στον οποίο λειτουργεί σαν μόνος νόμος, ο νόμος της αγάπης, δηλαδή ο άρτιος, ο σωστός άνθρωπος, ο δυνατός άνθρωπος. Το τελευταίο αυτό, πρέπει να ελκύσει ιδιαίτερα την προσοχή μας. Μόνο άνθρωποι δυνατοί (εννοούμε, φυσικά, εσωτερικά δυνατοί) μπορούν να έχουν αγάπη. Η συμφορά της ανθρωπότητος είναι το διαζύγιο ανάμεσα στην αγάπη και στη δύναμη. Όσοι έχουν δύναμη, δεν έχουν αγάπη. Όσοι πάλι έχουν – δηλαδή θέλουν να έχουν – αγάπη, δεν έχουν δύναμη. Η δύναμη, όμως, χωρίς αγάπη είναι κτηνώδης δύναμη. Και η αγάπη χωρίς δύναμη, και αν υποθέσωμε ότι υπάρχει και δεν είναι απλό ψευδώνυμο της αδυναμίας, η αγάπη λοιπόν αυτή κάποτε κουράζεται. Άλλωστε, οπωσδήποτε κάνει ζημιά. Γιατί, τίποτε άλλο δεν κάνει παρά να αποθρασύνει την ωμή δύναμη που αγνοεί την αγάπη. Και τότε η αγάπη που δεν συνοδεύεται από τη δύναμη ή τσακίζεται ή κουράζεται και στο τέλος μεταβάλλεται σε απανθρωπιά.

Κατά τα λοιπά θα αναφερθούμε σε όσα έχομε εκθέσει, σχετικά με τον άνθρωπο στον οποίο λειτουργεί το «υπέρ-εγώ». Αυτό ακριβώς το «υπέρ-εγώ» πρέπει να οδηγεί στην αγάπη που είναι συνδυασμένη με τη δύναμη. Και αυτό μπορούσε να είναι το έργο της Θεολογίας.

Θα μου επιτραπεί εδώ να αναφερθώ σε ένα όνειρο: Από αιώνες ο άνθρωπος είχε το όνειρο της δικαιοσύνης –και εννοώ εδώ την δικαιοσύνη ανάμεσα στα άτομα. Όταν οι άνθρωποι εσκοτώνοντο μεταξύ τους για μία ελάχιστη έκταση οικοπέδου, για ένα δούλο, για ένα πρόβατο, για να αποπλύνουν μια προσβολή, πολλοί βέβαια ονειρεύτηκαν την δικαιοσύνη, ανάμεσα στα άτομα, όπως σήμερα ονειρευόμαστε τη δικαιοσύνη να αντικαταστήσει την αυτοδικία ανάμεσα στους λαούς. Το ονειροπόλημα, λοιπόν, αυτό του ανθρώπου που λέγεται δικαιοσύνη, το πήρε ο πολιτισμός και το έκανε κύρια φροντίδα του. Και η συστηματική έρευνα απετέλεσε το αντικείμενο ειδικής επιστήμης, της νομικής επιστήμης, που στο τέλος της αναλύσεως έργο της έχει να πραγματοποιηθεί το ονειροπόλημα που λέγεται δικαιοσύνη. Και το ερώτημα τώρα είναι: Άραγε, είναι αδύνατο και για το άλλο ονειροπόλημα που λέγεται χριστιανική αγάπη να βρεθεί μια επιστήμη, που να καταβάλλει αντίστοιχη φροντίδα, αντίστοιχη με εκείνην της νομικής για την δικαιοσύνη; Μα, υπάρχει τέτοια επιστήμη, η Θεολογία. Και αυτή είναι η δουλειά της. Γιατί όμως τη δουλειά της αυτή δεν την αναλαμβάνει;

Πόσο ωραίο, πόσο κυριολεκτικά σωτήριο θα ήταν εάν η θεολογία γινόταν επιστήμη της αγάπης, όπως η Νομική είναι η επιστήμη της δικαιοσύνης!