5/8/10

ΓΙΑ ΤΗ ΝΕΟΛΑΙΑ ΜΑΣ ΠΟΤΕ ΥΠΑΡΧΕΙ ΠΡΟΟΔΟΣ

(Από εισήγηση του αείμν. Καθηγ. του Παν/μίου Αθηνών Α.Ν.Τσιριντάνη)

Παρουσίαση από Αλ.Χ. Φράγκο

Καιρός είναι να έρθουμε τώρα στα συμπεράσματα της έρευνάς μας πάνω στο θέμα της προόδου και της επιδίωξης της.

Και το πρώτο συμπέρασμα είναι τούτο: ο σημερινός άνθρωπος και ειδικότερα η σημερινή νεολαία, προκειμένου να δώσει ένα προσανατολισμό στην πορεία της ζωής της, πρέπει να προσανατολισθεί με όλη της την καρδιά και με όλη της τη συνέπεια προς την πρόοδο. Η νοοτροπία με το δόγμα «μη θίγε τα κακώς κείμενα» δεν έχει, σήμερα, πάντως, τη θέση της, χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει, ότι είχε τη θέση της σε εποχές περασμένες. Ανεξάρτητα του τι έκανε ή τι δεν έκανε, τι έπρεπε ή τι δεν έπρεπε να κάνει ο άνθρωπος περασμένων εποχών, ο σημερινός άνθρωπος, και ειδικότερα η σημερινή νεολαία, πρέπει να είναι προοδευτικός.

Συμπέρασμα δεύτερο. Ο σημερινός άνθρωπος πρέπει μεν να θέλει, να επιποθεί, να επιδιώκει την πρόοδο, αλλά δεν πρέπει να πιστεύει στην αυτόματη πρόοδο. Δεν πρέπει να πιστεύει, ότι το πέρασμα του χρόνου καθ΄εαυτό είναι κι όλας πρόοδος. Αυτόματος, νομοτελής είναι η αιώνια ροή των ανθρώπινων πραγμάτων. Το σήμερα δεν είναι ποτέ σαν το χθές, καθώς και το αύριο δεν θα είναι όπως το σήμερα. (Μάλιστα, ίσως, το αύριο να μοιάζει πιο πολύ με το χθές παρά με το σήμερα, του οποίου θα αποτελεί αντίθεση, αν δεχθούμε το γνωστό εγελειανό σχήμα). Ότι, όμως, η συνεχής αυτή ροή θα είναι ροή προς το καλύτερο, αυτό δεν είναι από πουθενά δεδομένο, η δε ιστορία κάθε άλλο παρά μας ενθαρρύνει να το δεχθούμε αυτό. Αντίθετα, γεμάτη είναι η ιστορία από παλινδρομήσεις, όπου αιώνες μεταγενέστεροι ήταν πολύ χειρότεροι από προηγούμενους αιώνες. Πρόοδος είπαμε υπάρχει, όταν το νεώτερο είναι συγχρόνως και καλύτερο. Το πρώτο, το νεώτερο, είναι βέβαιο ότι θα έρθει. Το δεύτερο είναι κάτι που πρέπει να το επιδιώξουμε για να έρθει.

Και ερχόμαστε έτσι στο τρίτο συμπέρασμά μας. Άλλο πρόοδος, άλλο μοντερνισμός με την έννοια του να δεχόμαστε το σύγχρονο άκριτα, στα τυφλά, επειδή είναι σύγχρονο. Η γραμμή που έχει πάρει ο μοντερνισμός στηρίζεται στην αφελή πρόταση, την άκριτη εκείνη πρόταση που μπερδεύει το χρονικά νεώτερο με το αξιολογικά καλύτερο. Ξεχνάει, ότι ούτε η λογική ούτε η πείρα δείχνουν τέτοιο πράγμα. Ξεχνάει, ότι η φθορά έρχεται νεώτερη, χρονικά μεταγενέστερη από την ακμή. Ότι τα γεράματα είναι χρονικά νεώτερα από τη νεότητα, ότι η κατάπτωση ακολουθεί την πρόοδο σε ορισμένους πολιτισμούς, αν όχι σε όλους, όπως μερικοί ερευνητές φρονούν. Ακόμη ότι ορισμένα σύγχρονα ποιητικά τερατουργήματα δεν αποτελούν, φυσικά, πρόοδο μπροστά στα ομηρικά έπη!

Για τον λόγο αυτό, πρέπει να έχουμε πάντοτε υπ΄όψη τη διαφορά που χωρίζει το προοδευτικό σύστημα, όπου η πρόοδος είναι έργο που πρέπει να επιτελεσθεί από τον μοντερνισμό που νομίζει, ότι πέτυχε την πρόοδο αυτόματα με μόνο στοιχείο του το σύγχρονο, τάχα διότι ο σημερινός άνθρωπος ειδικώς, είναι εξοπλισμένος με ειδικά πνευματικά προσόντα, που τον ανεβάζουν πάνω από τον άνθρωπο των γενεών που πέρασαν και ίσως και πάνω από τον άνθρωπο του μέλλοντος.

Ο προοδευτικός άνθρωπος, ο πραγματικά και γνήσια προοδευτικός, δεν περιφρονεί βέβαια το μοντέρνο.

Και αυτό είναι το τέταρτο συμπέρασμά μας. Δεν περιφρονεί το μοντέρνο, αλλά ούτε και τα χάνει, ούτε εκστασιάζεται μπροστά του. Διατηρεί την ελευθερία του να κρίνει την εποχή μας, με όση ελευθερία και αντικειμενικότητα κρίνει και τις άλλες εποχές. Κάνει την κριτική του και απέναντι στο μοντέρνο, όπως και απέναντι στο παλαιό. Και δεν διστάζει να εκδηλώσει την αντίθεσή του σε ό,τι μοντέρνο βρίσκει σκάρτο. Για να φέρουμε ένα παράδειγμα, αν υποθέσουμε ότι ο υλισμός, ο χυδαίος υλισμός για τον οποίο έχουμε μιλήσει, είναι πραγματικά μοντέρνος, αυτό δεν σημαίνει ότι ο υλισμός είναι καλός, αλλ΄ότι το μοντέρνο πάσχει ως προς το σημείο αυτό. Τόσο το χειρότερο για το μοντέρνο, ως προς το σημείο αυτό πάντοτε. Εδώ, λοιπόν, το νεώτερο δεν είναι καλύτερο, αλλά χειρότερο. Η εξέλιξη δεν αποτελεί πρόοδο, αλλά οπισθοχώρηση. Και ο προοδευτικός άνθρωπος, επειδή ακριβώς είναι προοδευτικός, θα εκφράσει την κρίση του χωρίς να σκοτίζεται μήπως δεν θεωρηθεί μοντέρνος και θα προσπαθήσει, ή μάλλον θα αγωνισθεί, όσο εξαρτάται απ΄αυτόν, ώστε η συνεχής ροή να μπει πράγματι στο κανάλι της προόδου.

Βέβαια, η κριτική αποτελεί ηρωϊσμό. Γιατί, θα αντιμετωπίσει την κατηγορία και τον σαρκασμό, ότι εκείνος που διατηρεί την προσωπικότητά του και κρίνει αντί να κλείνει τα μάτια του, ότι αυτός είναι απροσάρμοστος. Ε, τι να γίνει; Θα πρέπει του καλού ο αγωνιστής να αναδεχθεί και αυτό τον κίνδυνο. Τον κίνδυνο να μην τον καταλάβουν. Να μείνει μόνος. Μα, το έχουμε πει επανειλημμένα. Ο αγωνιστής του καλού αγώνα πρέπει έ σ τ ω και μ ό ν ο ς να αγωνισθεί, να μη φοβάται τη μοναξιά.

Πέμπτο και τελευταίο συμπέρασμα. Για να κρίνει όμως ένας άνθρωπος και μάλιστα να κρίνει το νεώτερο κατά πόσο είναι καλύτερο, πρέπει να έχει και τα κριτήρια. Δηλαδή πρέπει να έχει κοσμοθεωρία, σωστή θεώρηση του παντός από την οποία θα συμπεραίνει ποιο είναι το καλό και ποιο είναι το κακό, να κρίνει επομένως που το νεώτερο αποτελεί πραγματικά πρόοδο. Πρέπει να μιλάει μέσα του η φωνή που βρίσκεται πάνω και από το χθες και από το σήμερα. Η φωνή του αιωνίου. Τα είπαμε αυτά, και όπως ο Κάτων εκείνος είπε για την Καρχηδόνα, τα επαναλαμβάνουμε. Δεν προοδεύει εκείνος που παρασύρεται από το ρεύμα σαν το κούτσουρο. Αλλά εκείνος που πορεύεται με επίγνωση και κρίνει με επίγνωση και το χθές α λ λ ά   κ α ι   τ ο   σ ή μ ε ρ α!

(Βλ. «Για τα Ελληνικά Νιάτα», σελ. 99 επ. «Εκδόσεις Συζήτησις).